Luke 16:15

Luke 16:15 [Textus Receptus (Elzevir) (1624)]265
Καὶ εἶπεν αὐτοῖς· Ὑμεῖς ἐστε οἱ δικαιοῦντες ἑαυτοὺς ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων· ὁ δὲ Θεὸς γινώσκει τὰς καρδίας ὑμῶν· ὅτι τὸ ἐν ἀνθρώποις ὑψηλὸν, βδέλυγμα ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ἐστιν.

MSS: ℓ1086 (f123vc2)

Luke 16:15 [Codex Sinaiticus (א or 01) (4th century)]q79f1vc3
Και ειπεν αυτοις ϋμεις εστε οι δικαιουντες εαυτους ενωπιον των ανθρωπων ὁ δε ΘC γινωσκει τας καρδιας ϋμων οτι το εν ανθρωποις ϋψηλον βδελυγμα ενωπιον του ΘΥ

Luke 16:15 [Codex Alexandrinus (A02) (5th century)]34vc2
Και ειπεν αυτοις ϋμεις εσται οι δικαιουντες εαυτους ενωπιον των ανων· ο δε ΘC γινωσκει τας καρδιας ϋμων οτι το εν ανοις ϋψηλον βδελυγμα ενωπιον του ΘΥ.

Luke 16:15 [Codex Vaticanus Gr. 1209 (B03) (4th century)]53ac1
ϗ ειπεν αυτοις ϋμεις εστε οι δικαιουντες εαυτους ενωπιον των ανθρωπων ο δε ΘC γεινωσκει τας καρδιας ϋμων οτι το εν ανθρωπωοις ϋψηλον βδελυγμα ενωπιον ΚΥ

Luke 16:15 [Codex Bezae Cantabrigiensis (D05) (5th century)]251v|483
και ειπεν αυτοις ϋμεις εστε οι δικαιουντες εαυτους ενωπιον των ανθρωπων ο δε ΘC γεινωσκει τας καρδιας ϋμων οτι το εν ανθρωποις ϋψηλον βδελυγμα ενωπιον του ΘΥ :

Luke 16:15 [Lectionary ℓ339 (i) (Egerton MS 2163) (12th century)]107vc2
(τῆ ϛ’ τῆς θ’ ἑβδ)
Εἶπεν ὁ κς πρὸς τοὺς ἐληλυθότας πρὸς αὐτὸν ἰουδαίους· ὑμεῖς ἐστε οἱ δικαιοῦντες ἑαυτοὺς ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων· ὁ δὲ θς γινώσκει τὰς καρδίας ὑμῶν· ὅτι τὸ ἐν ἀνθρώποις ὑψηλὸν βδέλυγμα ἐνώπιον τοῦ θῦ·

Critical Apparatus :

(1) εστε : א, B, D, ℓ339 (i), ℓ339 (ii), ℓ1086, Majority
(2) εσται : A, W

(3) γινωσκει : א, A, W, ℓ339 (i), ℓ339 (ii), ℓ1086, Majority
(4) γεινωσκει : B, D

(5) ανθρωποις : א, A, B¹, D, W, ℓ339 (i), ℓ339 (ii), ℓ1086, Majority
(6) ανθρωπω : B*

(7) βδελυγμα : א, A, B, D, ℓ339 (i), ℓ339 (ii), ℓ1086, Majority
(8) βδελυσμα : W

(9) του θεου : א, A, D, W, ℓ339 (i), ℓ339 (ii), ℓ1086, Majority
(10) Κυριου : B

(11) εστιν : ℓ339 (ii), ℓ1086
(12) OMIT εστιν : א, A, B, D, W, ℓ339 (i), Majority, Scholz

 

 

MSS:

(i) ℓ339* (ii) (f122vc2) : τω
(ii) ℓ339c (ii) : το

 

 

A Textual Commentary On Luke 16:15

 

 

 

 

 

 

 

This entry was posted in 03. Κατὰ Λουκᾶν. Bookmark the permalink.

Comments are closed.